Το Ελληνικό θα ανατρέψει το στερεότυπο ότι η Αθήνα είναι μόνο οι αρχαιότητες. Αυτό είναι και ένα από τα ζητούμενα για τον κ. Ράσελ Κετ, πρόεδρο της HVS Λονδίνου, εταιρείας συμβούλων στον τομέα της φιλοξενίας.
«Το Ελληνικό θα φέρει πρώτα απ’ όλα μια μοναδική ανάπτυξη» δηλώνει στο «Βήμα» ο κ. Κετ. Αν και φειδωλός στη χρήση της λέξης «μοναδικός», στην περίπτωση αυτή υπογραμμίζει ότι «ταιριάζει απόλυτα». Και αυτό γιατί «πρόκειται για έναν συνδυασμό διαφορετικών τουριστικών υποδομών σε ένα μέρος. Αυτό το αναβαθμίζει από το να αποτελεί μια συνηθισμένη τουριστική ανάπτυξη σε ένα πολύ όμορφο σημείο του κόσμου. Από μόνο του αποτελεί έναν κυρίαρχο πόλο έλξης επισκεπτών και είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο κάποιοι μπορεί να επισκεφθούν την Αθήνα, πέρα από όσα άλλα προσφέρει η πόλη».
Στις προσδοκίες της αγοράς
Βρέθηκε στην ελληνική πρωτεύουσα ως ένας από τους συνεργάτες της Lamda Development για το έργο ύψους 7 δισ. ευρώ που σχεδιάζει να υλοποιήσει η εταιρεία μέσω του επενδυτικού σχήματος Global Investment Group.
«Είμαστε υπεύθυνοι για όλη την απαραίτητη πληροφόρηση στην οποία η Lamda και οι υπόλοιποι επενδυτές θα βασιστούν για να κάνουν το έργο στο Ελληνικό πιο βιώσιμο, αλλά και εναρμονισμένο στις προσδοκίες της αγοράς» εξηγεί. Το έργο, που φιλοδοξεί να γίνει διεθνής προορισμός, θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τουριστικές υποδομές, με πέντε ξενοδοχεία δυναμικότητας 2.000 κλινών και εκτιμάται ότι θα προσελκύσει 1 εκατ. επιπλέον τουρίστες, προσφέροντας 3 εκατ. περισσότερες διανυκτερεύσεις κάθε χρόνο στην Αθήνα, επεκτείνοντας τη μέση διάρκεια παραμονής στην πόλη από 1,9 νύχτες σε 2,5.
«Η πρόκληση για την Αθήνα τα τελευταία χρόνια είναι πώς θα κάνει τον κόσμο να έρθει ξανά» λέει ο κ. Κετ. «Δεν μπορείς ξαφνικά να ανακαλύψεις νέες αρχαιότητες και ο κόσμος που έρχεται χρειάζεται έναν ακόμη λόγο για να επισκεφθεί την περιοχή. Το Ελληνικό είναι μέρος αυτής της διαδικασίας» σημειώνει.
«Η άλλη πτυχή είναι ότι θέλουμε να είναι προορισμός για όλο τον χρόνο, κάτι που ήδη αποτελεί ζητούμενο για την Αθήνα, όταν ο κόσμος συσσωρεύεται τους μήνες του καλοκαιριού» προσθέτει και υπογραμμίζει ότι η συνεδριακή υποδομή που θα δημιουργηθεί μπορεί να βάλει την πόλη στον παγκόσμιο συνεδριακό χάρτη, «όπως πολύ επιτυχημένα έκαναν η Βαρκελώνη και η Κωνσταντινούπολη».
Δεν αναπαράγονται τα αξιοθέατα
Το έργο συμβάλλει επίσης στο «να ωριμάσει το ελληνικό τουριστικό προϊόν σε μια νέα φάση» υποστηρίζει ο κ. Κετ. Οπως σημειώνει «το ελληνικό τουριστικό προϊόν έχει γίνει λίγο ίδιο σε πολλές περιοχές. Εγινε κάποια αναβάθμιση με νέες μονάδες που άνοιξαν, μπουτίκ ξενοδοχεία και υψηλών κατηγοριών, στην ουσία όμως οι ελληνικές διακοπές για πολλούς ανθρώπους σημαίνουν το να είναι ξαπλωμένοι στην παραλία ή γύρω από μια πισίνα, έχοντας τα πάντα να τους προσφέρονται, στο μέτρο που μπορούν να τα πληρώσουν, σε οποιαδήποτε βαθμίδα. Αυτό αναπαράγεται σε πολλές περιοχές στη χώρα» περιγράφει.«Ορισμένες φορές μπορεί να υπάρχουν και κάποια νέα αξιοθέατα, αλλά δεν γίνεται να αναπαραχθούν τα ιστορικά αξιοθέατα της Αθήνας. Μπορείς όμως να προσελκύσεις κόσμο με διαφορετικά πράγματα» τονίζει.
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι «υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αναβαθμιστεί η Ελλάδα στο τουριστικό σκηνικό». Ενας από αυτούς είναι «να προσφέρει ένα τουριστικό προϊόν που θέλει ο κόσμος. Σε πολλές χώρες, σε μεγάλο μέρος του ξενοδοχειακού αποθέματος η επένδυση δεν είναι επαρκής και πλέον, όταν ο κόσμος αποφασίζει για το ταξίδι του, κοιτά πέρα από το φυλλάδιο του ταξιδιωτικού οργανισμού». Συμβουλεύεται το Trip Advisor και παρόμοια websites και διαβάζει τις εμπειρίες των προηγούμενων πελατών. Ετσι επηρεάζεται θετικά ή αρνητικά. Γι’ αυτό «η ποιότητα της προσφοράς, σε οποιαδήποτε τιμή, θα πρέπει να είναι value for money. Από το πιο πολυτελές ως το πιο βασικό θα πρέπει να παρέχει αυτά που υπόσχεται η τιμή του» τονίζει. Ενας άλλος τρόπος είναι «να προσφέρεις στον κόσμο έναν λόγο για να επιθυμεί να επιστρέψει». Οπως «η ζεστασιά της ελληνικής φιλοξενίας» γιατί«είναι αυθεντική» επισημαίνει. «Αλλά δεν είναι όλοι εκπαιδευμένοι για να κάνουν τη δουλειά τους με αυτόν τον τρόπο. Και όταν οι καιροί δυσκολεύουν, γίνονται περικοπές και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Ισως τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή ο ιδιωτικός τομέας να δώσει βαρύτητα στο προσωπικό και την εκπαίδευσή του» προτείνει ο κ. Κετ.
Τα «κουρασμένα ξενοδοχεία»
Το κράτος από την πλευρά του μπορεί «να δώσει έμφαση στη δημιουργία νέων υποδομών αν χρειάζονται ή την αναβάθμιση των παλαιών, αν αυτό κριθεί πιο κατάλληλο»υποστηρίζει.
«Αν οι επιχειρηματίες δεν έχουν τα χρήματα για ανακαίνιση, τότε η ποιότητα της επένδυσης φθίνει και κάποια στιγμή θα ενταχθεί σε μια κατηγορία “κουρασμένων ξενοδοχείων”. Οταν δε η επένδυση δεν έχει καν γίνει επαρκώς, τότε είναι καλύτερα να γκρεμιστούν και να χτιστούν από την αρχή. Συνήθως όμως κανείς δεν έχει το κουράγιο ή τη δυνατότητα να το κάνει. Αν υπάρχουν πολλές τουριστικές εγκαταστάσεις που δημιουργούν αυτή την εντύπωση, τότε στην πορεία αυτό κάνει κακό στον προορισμό. Ισως λοιπόν η πολιτεία να πρέπει να προσεγγίσει το θέμα μακροπρόθεσμα και να αναγνωρίσει ότι αυτές οι υποδομές δεν προσφέρουν τίποτα στην προώθηση της χώρας» προτείνει.
ΟΙ ΥΠΟΔΟΜΕΣ
Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί θα είχαν διπλάσιες τιμές
Ο Ράσελ Κετ χρησιμοποιεί συχνά μια φράση που άκουσε από έλληνα ξενοδόχο: «Αν οι Γάλλοι ή οι Ιταλοί διαχειρίζονταν τον ελληνικό τουρισμό, οι τιμές θα ήταν διπλάσιες. Ολα είναι μια ισορροπία. Αν προσφέρεις περισσότερα, τότε μπορείς να χρεώνεις περισσότερα. Αν ο κόσμος αισθάνεται ότι χρεώνεται πολλά, τότε δεν θα έχει διάθεση να ξοδέψει χρήματα»εξηγεί.
Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί θα είχαν διπλάσιες τιμές
Ο Ράσελ Κετ χρησιμοποιεί συχνά μια φράση που άκουσε από έλληνα ξενοδόχο: «Αν οι Γάλλοι ή οι Ιταλοί διαχειρίζονταν τον ελληνικό τουρισμό, οι τιμές θα ήταν διπλάσιες. Ολα είναι μια ισορροπία. Αν προσφέρεις περισσότερα, τότε μπορείς να χρεώνεις περισσότερα. Αν ο κόσμος αισθάνεται ότι χρεώνεται πολλά, τότε δεν θα έχει διάθεση να ξοδέψει χρήματα»εξηγεί.
Η Ιταλία και η Γαλλία «έχουν καταφέρει να κρατήσουν τις τιμές σε υψηλότερα επίπεδα και θεωρώ ότι αυτό οφείλεται και σε μια μεγαλύτερη πρόβλεψη τουριστικής υποδομής και συναφών εγκαταστάσεων, οι οποίες απευθύνονται σε μεμονωμένους ταξιδιώτες.
Οταν έχεις μια τουριστική οικονομία που βασίζεται σε μεγάλο μέρος στους tour operators, τότε ο ταξιδιωτικός οργανισμός είναι αυτός που οδηγεί και ο ξενοδόχος δεν είναι στην πραγματικότητα σε θέση να πετύχει μια αύξηση στις τιμές, η οποία θα του εξασφαλίσει περαιτέρω επένδυση.
Αυτό που συμβαίνει είναι ότι ορισμένοι ξενοδόχοι σκέφτονται ότι έχουν υποδομές που θα μπορούσαν να προσελκύσουν τους μεμονωμένους ταξιδιώτες χάρη στο Διαδίκτυο».
Προϋπόθεση βέβαια είναι ότι θα υπάρχει αεροπορική σύνδεση με τον προορισμό και πρόσβαση στο ξενοδοχείο, κάτι στο οποίο οι ταξιδιωτικοί οργανισμοί διατηρούν πλεονέκτημα συνδέοντας την αεροπορική εταιρεία με το ξενοδοχείο. Με αυτό ως δεδομένο «μπορεί να αναπτυχθεί μια πιο ανεξάρτητη αγορά. Αλλά αυτή είναι μια σταδιακή διαδικασία» καταλήγει.
Πουτέτση Χριστίνα – tovima.gr
Πηγή: geitoniamou.gr