Γράφει η Ζέτα Φλισκανοπούλου
Άρθρο 12
Εφημερία
1. Η εφημερία αφορά την επιτήρηση των μαθητών κατά τη διάρκεια της προσέλευσης και της αποχώρησής τους από το σχολείο, την ώρα των διαλειμμάτων, της σίτισης στο ολοήμερο πρόγραμμα, τη μέριμνα για την προστασία και τη σωματική ακεραιότητά τους, τον έλεγχο καθαριότητας των σχολικών χώρων και οτιδήποτε έχει σχέση με την υγιεινή και την ασφάλεια των μαθητών.
Καταγραφή της μαθητικής σχολικής βίας και διαμαρτυρίας καθώς και των συνθηκών που τις προκαλούν έγινε από μια ομάδα Ελλήνων επιστημόνων ,αποδείχτηκε λοιπόν ότι «καθοριστικός είναι ο ρόλος που διαδραματίζουν το σχολικό κλίμα, η σχολική διοίκηση και οι παρεμβάσεις των εκπαιδευτικών στην αναχαίτιση ή την εκδήλωση της βίαιης συμπεριφοράς». Οι εκπαιδευτικοί ,όπως φάνηκε από έρευνες δεν προετοιμάζονται ,ούτε υποστηρίζονται για να απασχοληθούν αποτελεσματικά με ζητήματα που αφορούν την ανάπτυξη της προσωπικότητας και την πρόληψη προβλημάτων των μαθητών.
Η επιλογή του κατάλληλου τρόπου αντιμετώπισης σε περιστατικά βίας που συμβαίνουν στα διαλείμματα και όχι μόνο είναι σημαντικός παιδαγωγικός παράγοντας που παραδειγματίζει τους μαθητές και οδηγεί στην αποτελεσματική θετική επίλυση και στο καλό σχολικό κλίμα.
Αν ο εκπαιδευτικός σταθεί απέναντι στα παιδιά ως ενήλικας με ικανότητα και εμπειρία στην αντιμετώπιση συγκρούσεων και είναι σε θέση:
–Nα διακρίνει πότε τα εμπλεκόμενα άτομα μπορούν να χειριστούν μόνα τους μια σύγκρουση και πότε υπάρχει πραγματικό πρόβλημα για το οποίο απαιτείται η παρέμβαση του.
-Να χρησιμοποιεί τις κατάλληλες τακτικές παρέμβασης, με στόχο την αντιμετώπιση καθώς και τις αρχές επίλυσης της σύγκρουσης, το σεβασμό, την ανοχή, την κατανόηση των διαφορών.
Τότε οι εκπαιδευτικοί θα αλληλοσυμπληρώνονται και θα γνωρίζουν ποιος είναι ο χαρακτηριστικός τρόπος αντιμετώπισης κάθε συμβάντος. Όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο σχολικός ψυχολόγος Χηνάς Παναγιώτης «Η αντίληψη ότι μπορούν οι ενήλικες να παρέμβουν αποφασιστικά καταργώντας προβλήματα και διαφορές ανάμεσα στα παιδιά είναι λαθεμένη και ανεφάρμοστη .Κάποιος βαθμός επιθετικότητας και συγκρούσεων είναι αναπόφευκτα μέρος της ζωής και της διαδικασίας ανάπτυξης και ωρίμανσης του παιδιού, αλλά με την κατάλληλη παρέμβαση στο σύστημα του σχολείου, μπορεί περιστατικά που οφείλουν να περιοριστούν να περιοριστούν πραγματικά. Το σχολείο μπορεί και οφείλει να καλλιεργήσει στους μαθητές να δρουν υπεύθυνα και να διδάξει εναλλακτικές μορφές συμπεριφοράς και διαχείρισης συγκρούσεων.»
Η επιθετικότητα, η φιλονικία ,οι εντάσεις και οι συγκρούσεις μεταξύ των παιδιών στο σχολείο αποτελούν έντονο κοινωνικό πρόβλημα .Τα ελληνικά σχολεία πρέπει να ενδιαφερθούν να ασχοληθούν πιο συστηματικά με τα φαινόμενα της βίας πριν τα γεγονότα πάρουν εκρηκτικές διαστάσεις.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΓΝΟΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ
Σε παλαιότερο Πανελλήνιο Συνέδριο Σχολικών Ψυχολόγων με θέμα «ψυχολογία και εκπαίδευση» αναφέρθηκε συγκεκριμένα πως δεν υπάρχουν θεσμοί που να διασφαλίζουν επαρκή παρέμβαση στους παράγοντες των προβλημάτων των παιδιών-μαθητών τόσο για πρόληψη όσο και για αντιμετώπιση. Υπάρχει άγνοια για τον ρόλο του σχολικού ψυχολόγου και της σχέσης της ψυχολογίας με το εκπαιδευτικό έργο «Το εκπαιδευτικό σύστημα αυτοσχεδιάζει και αναθέτει την σχετική ευθύνη σε άτομα που έχουν άγνοια… μια πολύ συνήθης σχολική πρακτική που όμως επίσης δεν είναι εποικοδομητική είναι να αφήνουν να βρουν μόνα τους τα παιδιά-μαθητές την λύση .Οι εκπαιδευτικοί έχουν άγχος και στρες, το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα, οι πρακτικές, το πρόγραμμα, οι παιδαγωγικοί χειρισμοί, οι μεταρρυθμίσεις προκαλούν προβλήματα όταν δεν λαμβάνουν υπόψη τις ψυχολογικές διαστάσεις και δεν εναρμονίζονται με το επίπεδο και τις ανάγκες των παιδιών.»
«Δεν αρκεί να παραπέμπουμε σε ψυχολόγους τους μαθητές με προβλήματα πρέπει να υπάρχουν οργανωτικοί παράγοντες του εκπαιδευτικού έργου, της διαδικασίας, της νοοτροπίας και της πρακτικής προσέγγισης των αναγκών των μαθητών»
Τα παιδιά δεν είναι παθητικοί δέκτες ,ούτε μηχανικά αντικείμενα των κοινωνικών εξωτερικών παραγόντων αλλά έχουν μια δική τους ψυχολογία και αναπτυξιακή πορεία Σε αυτή έχει σημαντικό ρόλο να παίξει το σχολείο και το πώς οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και οι προϊστάμενοι τους κατανοούν, ερμηνεύουν και ενεργούν στα προβλήματα των μαθητών.
«Χρειάζεται μια νέα εκπαιδευτική πολιτική με ευαισθησία και τεχνογνωσία όσο αφορά τις ψυχολογικές ανάγκες των μαθητών ώστε να διασφαλίζεται η ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού, η πρόληψη προβλημάτων και η ποιότητα ζωής στο μέλλον»
ΔΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ ΣΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΧΟΛΕΙΑ
Την περσινή χρονιά το υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων ανακοίνωσε ότι ξεκινά άμεσα το πρόγραμμα πρόσληψης ψυχολόγων σε ομάδες Δημοτικών σχολείων, αποτελούμενες από πέντε σχολικές μονάδες η καθεμία. Η Ένωση Σχολικών Ψυχολόγων είχε αντιδράσει με μια ανακοίνωση, όπου τόνιζε ότι είναι επιβεβλημένη, η τήρηση της νομιμοποίησης της διαδικασίας διορισμού ψυχολόγων στην εκπαίδευση. « Η Ένωση Σχολικών Ψυχολόγων, ως επιστημονική ένωση, χαιρετίζει τη δεδηλωμένη πρόθεση του Υπουργείου για τον διορισμό μόνιμων ψυχολόγων στην Εκπαίδευση, προς όφελος ολόκληρου του μαθητικού πληθυσμού. Ωστόσο, παρά τις επανειλημμένες εξαγγελίες του Υπουργού για τήρηση της νομιμότητας στα προσόντα διορισμού, φαίνεται να υπάρχει πρόθεση καταστρατήγησης του ισχύοντος νομικού πλαισίου βάσει του οποίου ορίζεται ως απαιτούμενη η ειδική εκπαίδευση των ψυχολόγων που καλούνται να υπηρετήσουν στην Εκπαίδευση. Συγκεκριμένα, το νομικό πλαίσιο ορίζει σαφώς και ρητώς την πρόταξη των ειδικευμένων ψυχολόγων, που κατέχουν μεταπτυχιακό στη Σχολική ή Παιδαγωγική Ψυχολογία, έναντι των ψυχολόγων που δεν κατέχουν τίτλο ειδίκευσης στο συγκεκριμένο αντικείμενο… Στη χώρα μας, η αναβάθμιση της εκπαίδευσης και η παροχή εξειδικευμένων ποιοτικών υπηρεσιών σε κάθε μέλος της σχολικής κοινότητας, ιδιαίτερα εν μέσω κρίσης, θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα όλων μας. Οι νέοι μόνιμοι ψυχολόγοι θα κληθούν να αναπτύξουν το πλαίσιο, να καθορίσουν τον χαρακτήρα και τη δυνατότητα αποτελεσματικής ψυχολογικής υποστήριξης και να προσφέρουν στην ποιότητα της εκπαίδευσης τις επόμενες δεκαετίες. Συνεπώς, το προσωπικό που θα στελεχώσει τις νέες δομές χρειάζεται να διαθέτει τις απαιτούμενες γνώσεις και δεξιότητες, ώστε να ανταποκριθεί στο νέο προσανατολισμό του Υπουργείου, που δίνει έμφαση στην πολυεπίπεδη υποστήριξη του μαθητή και της εκπαιδευτικής κοινότητας.»
ΣΧΕΣΕΙΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟΥ
«Η γονεϊκή εμπλοκή είναι, εξ’ ορισμού, μέρος της συνεργασίας ανάμεσα στην οικογένεια, τους γονείς και το σχολείο .Η συνεργασία αυτή δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Γονείς και δάσκαλοι ίσως να μην είναι ακριβώς «φυσικοί αντίπαλοι», όπως θεωρείται από μερικούς. Ωστόσο αρκετές έρευνες δείχνουν ότι τα δυο μέρη αντιμετωπίζουν όχι σπάνια προβλήματα στις μεταξύ τους σχέσεις.
Βεβαίως, η ύπαρξη του παιδιού-μαθητή, που με τις δυο ιδιότητες του «ανήκει» και στις δυο πλευρές, καθιστά κάτι περισσότερο από αναγκαία τη μεταξύ τους επικοινωνία, αυτή μπορεί να δημιουργήσει προστριβές, αν δεν τηρηθούν κάποιοι κανόνες και δεν ικανοποιηθούν κάποιες προϋποθέσεις. Τέτοιες προϋποθέσεις είναι:
α) η αναγνώριση και τήρηση των ορίων κάθε πλευράς. Ούτε η οικογένεια μπορεί να υποκαταστήσει το σχολείο, ούτε το σχολείο την οικογένεια.
β) η συνεργασία μεταξύ τους δεν σημαίνει ότι οι ρόλοι τους δεν είναι διακριτοί. Οι ρόλοι οικογένειας και σχολείου είναι διακριτοί και οι ευθύνες του καθενός ξεκάθαρες.
Η αναγνώριση των ορίων και των διακριτών ρόλων θα έχει ως αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, οι μεν εκπαιδευτικοί να μην νιώθουν ότι απειλείται η επαγγελματική τους επάρκεια, ορισμένοι δε γονείς να μην νιώθουν αδύναμοι μπροστά στον εκπαιδευτικό, αλλά να αξιοποιούν την επάρκεια αυτή για το καλό του παιδιού.»
Αυτό που τελικά θα πρέπει να ενώνει τις προσπάθειες του σχολείου και της οικογένειας είναι η συνειδητοποίηση ότι και οι δυο πλευρές έχουν ένα ισχυρό, νόμιμο ενδιαφέρον για την πρόοδο και ευημερία του παιδιού-μαθητή, που θα καταστεί δυνατή από μια αρμονική μεταξύ τους συνεργασία.
Για την ολοκλήρωση του άρθρου πολύτιμη ήταν η βοήθεια του σχολικού ψυχολόγου Χηνά Παναγιώτη και Χρυσαφίδη Κώστα (αναπλ. καθηγητή πανεπιστημίου Αθηνών ψυχολογίας)
Βιβλιογραφία «επιθετικότητα στο σχολείο»
«Σχέσεις οικογένειας και σχολείου»