Γράφει η Ζέτα Φλισκανοπούλου
Οι Ράδιο Αρβύλα επέστρεψαν αλλά η εκπομπή δεν έχει πια σατιρική διάθεση, αποφάσισαν να αλλάξουν την σκαλέτα, αποφάσισαν απλά, ωραία και ξεκάθαρα να πουν όλα όσα σκέφτονται και σκεφτόμαστε όλοι αυτές τις ημέρες, βλέποντας το σιδηροδρομικό έγκλημα των Τεμπών και τη συμφορά που άφησε πίσω του.
Τους ακούσαμε, ταυτιστήκαμε και οι αλήθειες τους, μας έσφιξαν ακόμα πιο πολύ το στομάχι. Μας έκαναν να συνειδητοποιήσουμε για άλλη μια φορά αυτό που ξέραμε, ξέρουμε και κανείς δεν τολμούσε τηλεοπτικά να πει. Ήμασταν σίγουροι ότι οι «άριστοι» της κυβέρνησης και οι φίλοι-δημοσιογράφοι των αρίστων, θα θιγόντουσαν ή θα το έπαιζαν θιγμένοι.
Σκέφτομαι μετά την ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ που τους «φωτογραφίζει», πως από την πλευρά των Ράδιο Αρβύλα, δεν υπάρχει κανένα εύκολο «τσουβάλιασμα» δημοσιογράφων, για το πώς διαχειρίστηκαν την έρευνα στο έγκλημα των Τεμπών, υπάρχει συγκεκριμένη κριτική για δημοσιογράφους-παπαγαλάκια που όλα αυτά τα χρόνια έχουν έναν πολύ συγκεκριμένο ρόλο, εξυπηρετώντας κυβερνητικούς σκοπούς. Οι Ράδιο Αρβύλα δεν «Επιχείρησαν να μετατοπίσουν το βάρος των πραγματικών ευθυνών», ήταν απλά εκεί για να πουν τα πράγματα με τ’ όνομα τους, όσο και αν πονάει αυτό την πολιτική σκηνή των γελωτοποιών αυτού του τόπου και όποιων δημοσιογράφων τους κάνουν πλάτες χρόνια τώρα.
Δεν είναι «τηλεπερσόνες», «ούτε τιμητές που εργαλειοποιούν την κοινωνική οργή», είναι άνθρωποι σκεπτόμενοι όπως όλοι εμείς, που έγιναν η φωνή χιλιάδων ελλήνων που δεν θα έχουν ποτέ τηλεοπτικό βήμα για να ακουστούν .Όπως σοφά είπε η Έλενα Ακρίτα είναι οι άνθρωποι που «σαν πρόκες κάρφωσαν τις λέξεις» και οι λέξεις πονάνε.
Για να πούμε λοιπόν αλήθειες, φοβίζει η φωνή των Ράδιο Αρβύλα, φοβίζει την εξουσία και πληγώνει μερίδα της «έγκριτης δημοσιογραφίας» ότι μια «χιουμοριστική» εκπομπή μπορεί να έχει τόσο δύναμη, την αποδοχή του κοινού και μεγαλύτερη σοβαρότητα και ενσυναίσθηση από τους ίδιους. Φοβίζει ότι ο Αντώνης Κανάκης, ο Γιάννης Σερβετάς και ο Χρήστος Κιούσης, αναδεικνύουν την λαθεμένη κουλτούρα, το μίγμα άκρατου ατομικισμού και προσωπικής ευδαιμονίας αυτής της κυβέρνησης και όσων πολιτικών έρχονται να μας κουνήσουν με απαξίωση το δάκτυλο, χωρίς να δίνουν ποτέ ειλικρινείς απαντήσεις σε τίποτα. Τους ενοχλεί ότι καταδεικνύεται ότι υπάρχουν πολιτικοί που δεν έχουν καμιά αξιοπρέπεια, καμιά αντικειμενικότητα, καμιά αυτοεκτίμηση, κανένα φιλότιμο, καμιά ηθική στάση απέναντι σ’ αυτό το έγκλημα των Τεμπών με θύματα αθώα νέα παιδιά.
Ενοχλεί, που λένε κατάματα την αλήθεια, γιατί όσες πρόβες και αν κάνει ο Πρωθυπουργός αυτής της χώρας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και η κουστωδία αυτού του κόμματος πριν βγουν στις κάμερες, υπάρχει μια λέξη που είναι παντελώς άγνωστη στο λεξιλόγιο τους και αυτό φαίνεται. Η λέξη ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ.
Στην ψυχολογία η λέξη «ενσυναίσθηση» χρησιμοποιείται με τρεις διακριτές έννοιες: α) αντιλαμβάνομαι τα συναισθήματα του άλλου β) αισθάνομαι αυτό που αισθάνεται και ο άλλος γ) αντιδρώ συμπονετικά στη στεναχώρια του άλλου. Αυτές οι τρεις εκδοχές φαίνονται να περιγράφουν μια αλληλουχία: σε προσέχω, σε συμπονώ, γι’ αυτό ενεργώ για να σε βοηθήσω. Αν δεν μπορέσουν λοιπόν οι πολιτικοί να δουν τον κόσμο μέσα από τα μάτια των πολιτών, δεν θα έχουν ποτέ την ενσυναίσθηση και δεν θα παίξουν ποτέ ρόλο στην παροχή φροντίδας και στις ανάγκες των πολιτών.
Μέτρο της αξίας είναι η τιμή! Δεν πείθεται κανείς πια, ότι η ευθύνη, η δήθεν ενοχή και το πολιτικό κόστος με την παραίτηση του Υπουργού Μεταφορών Κωνσταντίνου Καραμανλή, έλυσε το θέμα, σε μια εθνική τραγωδία, όπου πολιτική ευθιξία, ευαισθησία και αξιοπρέπεια που κάποιοι ως όφειλαν να έχουν, δεν έχουν και ούτε πρόκειται να αποκτήσουν.
Ας καταλάβουν πια πολιτικοί και δημοσιογράφοι, πως καλύτερος δεν μπορεί να είναι τελικά κάποιος, που φαίνεται καλύτερος από τους χειρότερους του. Όσο για τους Ράδιο Αρβύλα, είμαι βέβαιη ότι θα συνεχίσουν να «ενοχλούν», έχοντας ως μότο τους την φράση: «Δώστε μου, πάνω απ’ όλες τις ελευθερίες, την ελευθερία να γνωρίζω, να εκφράζω και να επιχειρηματολογώ ελεύθερα κατά συνείδηση»